ΠΟΙΗΣΗ
«ΕΣ ΓΗΝ ΕΝΑΛΙΑΝ, ΚΥΠΡΟΝ…»
«Κύπρος, ου μ΄ εθέσπισεν»
Με τον τρόπο του Γ.Σ.
Με τον τρόπο του Γ.Σ.
Παράδοξη και λαβυρινθώδης η νήσος
Επέπλεε στον ωκεανό της μνήμης
Το μαρτυρικό της ταξίδι κι αλάργευε στην ιστορία
Περικλείνοντας μέσα του απέραντη πίκρα της θάλασσας
Επέπλεε στον ωκεανό της μνήμης
Το μαρτυρικό της ταξίδι κι αλάργευε στην ιστορία
Περικλείνοντας μέσα του απέραντη πίκρα της θάλασσας
Πράσινη γραμμή αιματοβαμμένη στο χώμα ήταν
Το νήμα της Αρσινόης που ακολούθησα και
Όχι το κουβάρι της Αριάδνης το ξεπουλημένο
Στους αιμοχαρείς οθωμανούς
Το νήμα της Αρσινόης που ακολούθησα και
Όχι το κουβάρι της Αριάδνης το ξεπουλημένο
Στους αιμοχαρείς οθωμανούς
Το κυανό της απόγνωσης που αντιστέκεται
Στου χρόνου την επέλαση και στης λήθης την απαντοχή
Ήταν που μου καθοδηγούσε το ταξίδι
Σε δύσβατα των αποφάσεων μονοπάτια
Στου χρόνου την επέλαση και στης λήθης την απαντοχή
Ήταν που μου καθοδηγούσε το ταξίδι
Σε δύσβατα των αποφάσεων μονοπάτια
Σύχναζα στα παράνομα στέκια των
Στοών καρμπονάρων και σκοτεινός γιακωβίνος
Συνωμοτούσα τον δίβουλο καιρό
Στοών καρμπονάρων και σκοτεινός γιακωβίνος
Συνωμοτούσα τον δίβουλο καιρό
Στις γιάφκες της οργάνωσης με τους συντρόφους
Έδενα όρκους πισθάγκωνα με κατάρες τρικάταρτες κι
Αγωνιούσα για την έκβαση του αγώνα
Για έστω ελευθερία λειψή ή και ανάπηρη ένωση
Έδενα όρκους πισθάγκωνα με κατάρες τρικάταρτες κι
Αγωνιούσα για την έκβαση του αγώνα
Για έστω ελευθερία λειψή ή και ανάπηρη ένωση
Στους δρόμους με τον κόσμο να οργίζομαι βλάστημος
Και στις πλατείες με τις κρεμάλες των παιδιών
Ύψωνα την γροθιά ενάντια στην εγγλέζικη βία και
Με τους εμπρησμούς των σχολείων θέρμαινα την εκδίκηση
Και στις πλατείες με τις κρεμάλες των παιδιών
Ύψωνα την γροθιά ενάντια στην εγγλέζικη βία και
Με τους εμπρησμούς των σχολείων θέρμαινα την εκδίκηση
Ακολουθούσα του χρησμού την πύρινη πραγμάτωση
Στης ξενόφερτης ελλάδας την στυγερή χωσιά και
Χανόμουν αύτανδρος στους ολέθριους του αττίλα ορίζοντες
Κι εκεί στην κόκκινη ακτογραμμή αντάμωσα
Τον Αλέξη, τον Γιώργο, τον Μιχάλη, τον Αντρέα, τον Συμεών
Και τους άλλους του γένους ημίθεους κι ήρωες, όλοι τους
Νιάτα πυρπολημένα στην ενατένιση του απόκοτου ονείρου
Στης ξενόφερτης ελλάδας την στυγερή χωσιά και
Χανόμουν αύτανδρος στους ολέθριους του αττίλα ορίζοντες
Κι εκεί στην κόκκινη ακτογραμμή αντάμωσα
Τον Αλέξη, τον Γιώργο, τον Μιχάλη, τον Αντρέα, τον Συμεών
Και τους άλλους του γένους ημίθεους κι ήρωες, όλοι τους
Νιάτα πυρπολημένα στην ενατένιση του απόκοτου ονείρου
Στο αίμα στολίζονταν κι από κει στην πυρά
Γαμπροί της οδύνης και περήφανοι της τέφρας εραστές
Πίναν τον κώνειο ύπνο με το κρασί των δυνατών
Μαζί τους μέθυσα και θυμήθηκα το ερώτημα της άνοιξης διχασμένης:
Γαμπροί της οδύνης και περήφανοι της τέφρας εραστές
Πίναν τον κώνειο ύπνο με το κρασί των δυνατών
Μαζί τους μέθυσα και θυμήθηκα το ερώτημα της άνοιξης διχασμένης:
Πως ο χτύπος της φλέβας του νησιού
Βρόντηξε στα ουράνια την ανάληψη του χρέους
Με απότοκο μια νόθα ελπίδα;
Βρόντηξε στα ουράνια την ανάληψη του χρέους
Με απότοκο μια νόθα ελπίδα;
24.VII.βια’.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου